Μέτρα στήριξης της βαμβακοκαλλιέργειας, ανάλογα με αυτά που έχει πάρει η Κίνα, ζητά να παρθούν και στη χώρα του ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Βάμβακος της Τουρκίας (NPC) κ. Baris Kocagoz. «Αν γίνει κάτι τέτοιο αναμένεται να μας επηρεάσει αρνητικά μακροπρόθεσμα», τονίζει στον ΑγροΤύπο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Εκκοκιστών και Εξαγωγέων Βάμβακος κ. Απόστολος Δοντάς. Στο μεταξύ μέχρι στιγμής έχει εξαχθεί το 50% της φετινής ελληνικής παραγωγής βάμβακος. Υπάρχει μικρό ενδιαφέρον για αγορές από την Τουρκία, ενώ οι διεθνείς τιμές συνεχίζουν να έχουν καθοδική πορεία. «Η φθίνουσα πορεία των τιμών το τελευταίο χρονικό διάστημα οφείλεται κυρίως στο ότι η Κίνα αποφάσισε να «ρίξει» στην αγορά τα στρατηγικά της αποθέματα και η Ινδία έχει μια πολύ υψηλή παραγωγή», τονίζει ο κ. Δοντάς.
«Το βαμβάκι αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της τουρκικής κλωστοϋφαντουργίας και χρειάζεται άμεσα να υπάρξουν μέτρα στήριξης της τουρκικής παραγωγής και των καλλιεργειών ανάλογα με αυτά που έχει πάρει η Κίνα», δήλωσε ο κ. Kocagoz. Όπως επισήμανε τα τελευταία τρία έτη υπάρχουν σοβαρά προβλήματα από τη μείωση της τουρκικής παραγωγής και είναι ανάγκη να αποφασίσει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε ένα «σχέδιο δράσης» για τη στήριξη της καλλιέργειας και της εγχώριας παραγωγής. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, η έκταση της καλλιέργειας έχει μειωθεί φέτος, κατά –18%, σε σχέση με πέρσι και υπήρχαν σοβαρά προβλήματα στις αποδόσεις στις ανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας. «Η χώρα θα πρέπει να αποθηκεύσει το βαμβάκι σε εγκεκριμένες αποθήκες, έτσι ώστε σε περιόδους κρίσης, να το ρίξει στην αγορά με στόχο να πωληθεί σε ένα λογικό επίπεδο τιμών. Η αποθεματοποίηση σε συνδυασμό με μια ενίσχυση που θα δίνεται στον παραγωγό θα βοηθήσει τον τομέα», πρόσθεσε ο κ. Kocagoz.
«Περιμέναμε να υπάρξει μια τέτοια εξέλιξη στη γειτονική χώρα», υποστηρίζει ο κ. Δοντάς και προσθέτει: «η τουρκική παραγωγή βάμβακος ανέρχεται σε περίπου 600.000 τόνους ετησίως, ενώ οι ανάγκες της τοπικής κλωστοϋφαντουργίας ανέρχονται σε 1.450.000 τόνους. Η μεγάλη ανάγκη για πρώτη ύλη αναγκάζει την Τουρκία να προχωρήσει σε μεγάλες εισαγωγές, από τις οποίες η χώρα μας είναι η πιο κερδισμένη. Το μοντέλο στήριξης της Κίνας στηρίζεται στην επιδότηση των παραγωγών και στην εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων για τη δημιουργία «εθνικού αποθέματος», ώστε να το χρησιμοποιήσει σε μια χρονιά που θα θέλει να στραφεί στην καλλιέργεια δημητριακών για διατροφικές ανάγκες ή όταν θέλει να «πιέσει» τις διεθνείς τιμές βάμβακος. Αν ληφθούν τέτοια μέτρα βραχυπρόθεσμα μπορεί να μην μας επηρεάσουν ή ίσως και να μας ωφελήσουν. Όμως η αύξηση της τουρκικής παραγωγής μακροπρόθεσμα θα μας δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα, αφού στην τουρκική αγορά κατευθύνεται ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της ελληνικής παραγωγής. Αυτό είναι ένα «καμπανάκι» προς εμάς για την ανάγκη να στραφούμε σε νέες αγορές για την πώληση του προϊόντος μας. Πάντως για να πάρει μια τέτοια απόφαση η Τουρκία προϋποθέτει να υπάρχουν μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα και έλεγχος από την κεντρική διοίκηση για τη σωστή και μακροχρόνια αποθήκευση».
«Η Κίνα σήμερα με την πολιτική που ακολουθεί ελέγχει το 55% της παγκόσμιας αγοράς βάμβακος», δηλώνει στον ΑγροΤύπο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Βάμβακος κ. Νίκος Σκοπιανός και τονίζει ότι «αν κάνει κάτι ανάλογο η Τουρκία μακροπρόθεσμα θα είναι αρνητικό για τη χώρα μας. Η Ελλάδα θα πρέπει να μην στηρίζεται στην ποσότητα αλλά στην ποιότητα του προϊόντος της. Πρέπει να προχωρήσει στην ίδρυση ενός «brand name», το οποίο να μπορεί να πουλήσει στις ξένες αγορές. Αυτό όμως προϋποθέτει έναν μακροχρόνια σχεδιασμό και μια σοβαρή κρατική διοίκηση».
Σταύρος Παϊσιάδης