Tελευταία ημέρα του Γενάρη, σύμφωνα με τον κανονισμό της Ε.Ε. είναι και η τελευταία ημέρα εκκόκκισης του βαμβακιού για την τρέχουσα περίοδο, εξαιρουμένων ειδικών συνθηκών που ενδεχομένως οδηγήσουν σε μικρές παρατάσεις. Το τέλος το φετινού Γενάρη σηματοδότησε το τέλος μιας κακής χρονιάς για το ελληνικό, και όχι μόνο, βαμβάκι που αντικατοπτρίζεται τόσο στην μειωμένη, στα 2/3 της περσινής, παραγωγής όσο και στην μεγάλη πτώση της ζήτησης.
Όπως εξήγησε ο πρόεδρος των Θρακικών Εκκοκκιστηρίων κ. Σταμάτης Κουρούδης μιλώντας στο «Ράδιο Παρατηρητής 94fm», οι «εμπλεκόμενοι» στον κλάδο γνώριζαν πριν την συγκομιδή αλλά και γεγονότα όπως οι πλημμύρες στην Θεσσαλία, ότι οι εκτάσεις που καλλιεργήθηκαν ήταν λιγότερες, καθώς η προηγούμενη χρονιά ήταν καλή χρονιά για άλλες καλλιέργειες όπως το σιτάρι με αποτέλεσμα αρκετοί παραγωγοί να στραφούν εκεί. Ωστόσο θεωρούσαν πως η παραγωγή θα διατηρούνταν στα περσινά επίπεδα, γεγονός που διαψεύστηκε από τα γεγονότα που μεσολάβησαν με πρώτο και κύριο τις καταστροφικές πλημμύρες στην Θεσσαλία.
«Δεν είναι μόνο ότι πλημμύρησαν τα χωράφια και δεν μπόρεσαν να μπουν μέσα οι παραγωγοί για να μαζέψουν το βαμβάκι, καταστράφηκαν τα μηχανήματά τους, καταστράφηκαν έργα υποδομής κ.α. και όπως αντιλαμβάνεστε η ζημιά είναι πάρα πολύ μεγάλη με άμεσες συνέπειες σε όλη την οικονομία της Θεσσαλίας» εξήγησε ο ίδιος, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως σε όλη την Ελλάδα οι στρεμματικές αποδόσεις ήταν πολύ μειωμένες.
Η Θράκη αποτελεί παράδειγμα χαρακτηριστικό με αίτια άμεσα συνδεδεμένα με τις κλιματολογικές συνθήκες καθώς οι παρατεταμένοι Βορειάδες του Ιουλίου και του Αυγούστου, δεν βοήθησαν στην φάση της ανάπτυξης του φυτού και της ίνας, δημιούργησαν μεγάλα προβλήματα και άρα μειωμένες αποδώσεις.
Σε ό,τι αφορά την Μακεδονία, τον τρίτο κατά σειρά κάμπο, σε επίπεδο παραγωγής, εξαιρουμένων των Σερρών που υπήρχε μια καλύτερη εικόνα, ειδικά στην περίπτωση της Ημαθίας υπήρξαν πολύ μεγάλα προβλήματα, λόγω της συνεχούς υγρασίας, που και δυσκόλεψε τους παραγωγούς και κατέστρεψε ως έναν βαθμό τόσο την ποιότητα όσο και την ποσότητα της παραγωγής.
Παραμένει στις αποθήκες η φετινή παραγωγή
Η κακή αυτή παραγωγή συνδυάστηκε όπως εξήγησε ο κ. Κουρούδης και με την κακή κατάσταση στην παγκόσμια αγορά του βαμβακιού, γεγονός που «μαρτυράται» και από το ότι το βαμβάκι, ενώ πέρυσι τέτοιο καιρό είχε σχεδόν πουληθεί, φέτος η πλειοψηφία της παραγωγής παραμένει συγκεντρωμένη στις αποθήκες των εκκοκκιστηρίων. Και αυτό αντικατοπτρίζει τη διεθνή εικόνα της αγοράς, όπου υπάρχει μεγάλη πτώση της ζήτησής του, εν πολλοίς λόγω της κατάστασης της οικονομίας και βεβαίως των γεωπολιτικών εξελίξεων.
Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στα μετά κορωνοϊού χρόνια ο πρόεδρος των Θρακικών Εκκοκκιστηρίων εξήγησε πως μετά τον κορωνοϊό όταν και άνοιξαν οι αγορές, υπήρξε μια έντονη κατανάλωση που ανέβασε πολύ την ζήτηση πολύ και δημιούργησε συνθήκες ευφορίας. Το μεγάλο πρόβλημα του πληθωρισμού που έκανε την εμφάνισή του δημιούργησε μεγάλη αβεβαιότητα στις μεγάλες σε κατανάλωση αγορές, όπως ΗΠΑ, Ε.Ε. και Ιαπωνία και αυτό οδήγησε στο να μην υπάρχει ζήτηση από τον τελικό καταναλωτή. Ανασφάλεια που επιδεινώθηκε και από τους πολέμους της Ουκρανίας και τώρα και της Μέσης Ανατολής, όπως και ο λιγότερο εμφανής παράγοντας των επιτοκίων, η άνοδος των οποίων ήταν ο τρόπος αντιμετώπισης του πληθωρισμού που επέλεξαν οι κεντρικές τράπεζες.
Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής, όπως εξήγησε ο κ. Κουρούδης, ήταν να δημιουργηθεί μια διελκυστίνδα μεταξύ των διαφόρων κρίκων της παραγωγής για το ποιος θα «φορτωθεί» αυτά τα μεγάλα επιτόκια.
Τα γεγονότα στην Ερυθρά θάλασσα ενδεχομένως λειτουργήσουν θετικά για το ελληνικό βαμβάκι
Ο ίδιος θέλησε να δηλώσει την αισιοδοξία του για το 2024 και τη διάθεση των αδιάθετων σήμερα ποσοτήτων, κυρίως από την Τουρκία που αποτελεί άλλωστε και τον πρώτο «πελάτη» του ελληνικού βαμβακιού. Μάλιστα ο ίδιος προέβη και σε μια σημαντική παρατήρηση, υπογραμμίζοντας πως οι επιπτώσεις των γεγονότων στην Ερυθρά θάλασσα που έχουν δυσκολέψει τις μεταφορές, ενδεχομένως να έχουν θετική επίπτωση στο ελληνικό βαμβάκι, που μπορεί να επιλεγεί λόγω εγγύτητας, έναντι των κύριων αγοραστών, ήτοι των ΗΠΑ και της Βραζιλίας, οι χρόνοι παράδοσης των οποίων έχουν αυξηθεί σήμερα πολύ.
Μένοντας στο μέλλον ο ίδιος ευχήθηκε να μην υπάρχουν περαιτέρω γεωπολιτικές οξύνσεις, τονίζοντας πως «αν ομαλοποιηθεί η κατάσταση, από τα σημερινά χαμηλά η ζήτηση του βαμβακιού, μόνο προς τα πάνω μπορεί να πάει, γεγονός που θα διευκολύνει και τις τιμές».
Για τις αγροτικές κινητοποιήσεις
Τα δεδομένα αυτά έρχονται και σε μία περίοδο ευρύτερων αναταραχών για τον πρωτογενή τομέα εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων, με τον κ. Κουρούδη να υπογραμμίζει πως οι φετινές κινητοποιήσεις δεν γίνεται στο πλαίσιο της «καθιερωμένης τελετουργίας των αγροτών που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο, αλλά γιατί υπάρχει πραγματικό πρόβλημα και, όπως αποδεικνύεται, αφορά ολόκληρη την Ευρώπη».
«Όταν άνοιξαν οι αγορές μετά τον κορωνοϊό, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων εκτοξεύτηκαν προς τα πάνω. Και ταυτόχρονα εκτοξεύτηκαν εξίσου και τα κόστη παραγωγής. Ειδικά στην Ε.Ε. έχουμε τα προβλήματα της ενέργεια και των λιπασμάτων που ακρίβυναν πάρα πολύ, πρόβλημα που δεν αντιμετωπίζει η Αμερική όπου και η ενέργεια επανήλθε σε παλιά επίπεδα και παράγει τα δικά της λιπάσματα, εν αντιθέσει με εμάς που σε μεγάλο βαθμό εξαρτόμαστε από την Ρωσία» ανέφερε τονίζοντας πως το πρόβλημα είναι υπαρκτό για όλη την Ευρώπη και απαιτεί γενναίες πολιτικές αποφάσεις.
Source: Εφημερίδα "Παρατηρητής της Θράκης"