Μακροπρόθεσμη αισιοδοξία για το βαμβάκι
Μακροπρόθεσμη αισιοδοξία για το βαμβάκι

Μακροπρόθεσμη αισιοδοξία για το βαμβάκι

A- A+
This article is not available in the language you have selected and thus we are showing its original version. You can use Google Translate to translate it.

Παπαδογιάννης Γιάννης

Το ετήσιο συνέδριο του ∆ιεθνούς Συνδέσµου Βάµβακος (International Cotton Association) έλαβε χώρα φέτος στη Σιγκαπούρη και ως συνήθως η συµµετοχή ήταν µεγάλη αλλά και τα συµπεράσµατα γύρω από τα δρώµενα στο βαµβάκι άκρως ενδιαφέροντα. Για να καταλάβουµε τη σηµασία του Συνδέσµου η συντριπτική πλειονότητα των συµβολαίων αγοράς ή πώλησης βάµβακος γίνεται µε βάση τους κανόνες και το δίκαιο του ICA. Οι ρίζες του συνδέσµου βρίσκονται στο Λίβερπουλ το 1841 και ο βασικός σκοπός είναι η οµαλή εκτέλεση των συµβολαίων βάµβακος ανά τον κόσµο.

Παραδοσιακά, σηµείο κατατεθέν αποτελεί η πρώτη οµιλία του συνεδρίου η οποία συνήθως γίνεται από τον φηµισµένο «γκουρού» της αγοράς Joe Nicosia. Όλοι οι εµπλεκόµενοι του κλάδου δίνουν το παρόν και η αίθουσα κυριολεκτικά γεµίζει καθώς ο κορυφαίος των αναλυτών διατυπώνει τις απόψεις του για τον κλάδο µας, ενώ φυσικά δεν λείπουν και οι εκτιµήσεις όσον αφορά την φετινή σεζόν. Ο συγκεκριµένος οµιλητής είναι ο επικεφαλής του τµήµατος βάµβακος για τον µεγαλύτερο διεθνή εµπορικό οίκο «Louis Dreyfus», ο οποίος εµπορεύεται πάνω από 1.5 εκατοµµύριο τόνους εκκοκκισµένου βάµβακος ανά σεζόν.

Εδώ και σχεδόν δύο σεζόν η παγκόσµια αγορά γνώριζε πως θα χρειαστεί να παράγουµε περισσότερο βαµβάκι τα επόµενα χρόνια. Κατόπιν του 2014 το πλεόνασµα παραγωγής βάµβακος είχε µετατραπεί σε έλλειµµα, καθώς οι παραγωγοί διεθνώς στράφηκαν σε εναλλακτικές καλλιέργειες. Ως αποτέλεσµα χρόνο µε το χρόνο είχαµε µείωση των τελικών αποθεµάτων και ειδικότερα των στοκ της Κίνας.

Οι παγκόσµιες καλλιεργήσιµες εκτάσεις είναι πλέον συγκεκριµένες και µόνο εναλλαγές σοδειών µπορούν να προκύψουν. Οι δε αποδόσεις µπορούν να βελτιωθούν σε κάποιες χώρες, αλλά πάντα θα εξαρτόµαστε από τις καιρικές συνθήκες. Το δέλεαρ για την επιστροφή στο βαµβάκι και την αύξηση της παραγωγής ήρθε φυσικά από την άνοδο των τιµών. Το ερώτηµα βέβαια ήταν πως θα αντιδρούσε η αγορά µε την αύξηση της παραγωγής όταν δεν θα χρειαζόµασταν τα βαµβάκια σήµερα.

Oι χρηµατιστηριακές τιµές ενισχύθηκαν και οι αγρότες ανταποκρίθηκαν αυξάνοντας την βαµβακοπαραγωγή κατά σχεδόν 25% από τη σεζόν του 2015-2016. Ύστερα από άλλες δύο σεζόν επιστρέψαµε φέτος σε πλεόνασµα παγκόσµιας παραγωγής έναντι της παγκόσµιας κατανάλωσης. Το πρόβληµα όµως αυτή την εποχή είναι πως µε τις παρούσες τιµές δεν αντιδρά ανάλογα η κατανάλωση. Είναι γεγονός πως σε σχέση µε τα µεγέθη της παραγωγής η ζήτηση από τα κλωστήρια είναι αδύναµη.

Από το βάρος των κινεζικών αποθεμάτων σε υψηλό παγκόσμιο στοκ

Τα προηγούµενα χρόνια οι τιµές βάµβακος επιβαρύνονταν από τα γνωστά υπέρογκα κινεζικά κρατικά αποθέµατα. Εδώ και 2-3 σεζόν η Κίνα πωλεί τα στοκ της στην τοπική αγορά µε µεγάλη επιτυχία, µειώνοντας παράλληλα το µέγεθος των αποθεµάτων. Επικρατεί η άποψη πως και για τη φετινή σεζόν η Κίνα θα συνεχίσει τις πωλήσεις και λογικά θα επιστρέψει στις µεγάλες ποσοτικά εισαγωγές µετά από 12-16 µήνες.

Μπορεί δηλαδή να µην έχουµε πλέον το βαρίδι των αποθεµάτων της Κίνας, όµως προκύπτει µια νέα δυσκολία, που αφορά τα αυξηµένα παγκόσµια αποθέµατα, τα οποία η αγορά ακόµα δεν ξέρει πως να διαχειριστεί. Με λίγα λόγια το πρόβληµα µεταφέρεται πλέον από την Κίνα στον υπόλοιπο κόσµο. Το ζητούµενο είναι ποιος θα επωµιστεί το κόστος της αποθεµατοποίησης και της αποθήκευσης αυτών των ποσοτήτων.

Οι ΗΠΑ δεν δείχνουν να είναι διατεθειµένες, την ίδια ώρα που η Ινδία µερικώς θα µπορούσε αλλά όχι όµως για µεγάλο διάστηµα. Τα κλωστήρια φυσικά δεν επιθυµούν να έχουν µεγάλα στοκ, εκτός αν οι τιµές είναι πολύ ελκυστικές. Οι παραγωγοί παραδοσιακά δεν αποθεµατοποιούν. Οι εµπορικοί οίκοι θα µπορούσαν και έχουν τη δυνατότητα, αλλά χρειάζονται ευµετάβλητη αγορά και όχι στάσιµη, όπως αυτή είναι τελευταία. Σήµερα η εκτίµηση του πλεονάσµατος παραγωγής βρίσκεται στα 17 εκατ. δέµατα για τη φετινή σεζόν και δεν γνωρίζουµε πως θα το διαχειριστούµε.

Από τις παραπάνω τοποθετήσεις στο ετήσιο συνέδριο προκύπτουν τα εξής συµπεράσµατα:

  • Οι τιµές θα χρειαστεί να προσαρµοστούν ώστε να αντισταθµίσουν τη φετινή υπερπαραγωγή βάµβακος και να ενθαρρύνουν την κατανάλωση.
  • Εφόσον οι τιµές βάµβακος επιµείνουν ψηλά, η χρήση πολυεστέρα δεν θα µειωθεί, ενώ η ζήτηση βαµβακερής ίνας θα είναι υποτονική.
  • Η µεταβολή στα αποθέµατα από την Κίνα στον υπόλοιπο κόσµο θα εντείνει τον ανταγωνισµό για εξαγωγές.
  • Η Κίνα θα συνεχίσει την πώληση αποθεµάτων, ενώ παράλληλα δεν υπάρχει στις υπάρχουσες τιµές κάποιο αντίστοιχο πρόγραµµα υποστήριξης αποθεµατοποίησης.
  • Μακροπρόθεσµα οι χρηµατιστηριακές τιµές θα πρέπει να φτάσουν ξανά προς τα 75 σεντς ανά λίµπρα για να παραµείνει επαρκής η βαµβακοπαραγωγή, αλλά αυτό φαντάζει δύσκολο σε βραχυπρόθεσµο ορίζοντα.

Υποστήριξη των τιμών από τις ανοιχτές αγορές των κλωστηρίων

Η εκτίµηση για παροδική διόρθωση των τιµών και κατόπιν ανάκαµψη είναι κάτι που έχει συζητηθεί αρκετά το τελευταίο διάστηµα κι εφόσον δεν υπήρχε η πρόσκαιρη απειλή των τυφώνων στην Αµερική, κατά πολλούς αναλυτές, θα είχε ήδη συµβεί, υπό το βάρος των µεγάλων επερχόµενων σοδειών. Αυτό το σενάριο βέβαια αντικρούει σε ένα σηµαντικό γεγονός της φυσικής αγοράς, τα ανοιχτά συµβόλαια αγοράς βάµβακος από πλευράς κλωστηρίων.

Οι κλώστες εδώ και καιρό αγοράζουν νέες ποσότητες σε ανοιχτά συµβόλαια βάσει χρηµατιστηρίου. Ο σκοπός των ανοιχτών συµβολαίων είναι να µπορέσουν να κλείσουν την τιµή σε κάποια διόρθωση της αγοράς, πιάνοντας ως αγοραστές µια χαµηλότερη τιµή. Τα επίπεδα στα οποία έχουν τοποθετηθεί εντολές φιξαρισµάτων βρίσκονται στα 65-66 σεντς ανά λίµπρα. Καθαρά για τεχνικούς λόγους τα φιξαρίσµατα συµβολαίων προκαλούν υποστήριξη της χρηµατιστηριακής αγοράς κι ως αποτέλεσµα η πλειονότητα των αναλυτών θεωρεί δύσκολο το σενάριο να δοκιµάσουµε τόσο χαµηλά επίπεδα.

Οι πιο µετριοπαθείς απόψεις πιστεύουν πως έχουν ήδη φανεί τα περιθώρια που µπορεί να κινηθεί η αγορά µέχρι το τέλος του έτους. Το στενό εύρος τιµών 67-70 σεντς ανά λίµπρα δύσκολα δείχνει να µπορεί να σπάσει από τη µία ή την άλλη κατεύθυνση, χωρίς σηµαντικά νέα. Αντιθέτως αυτό που θα µπορούσε να συµβεί πιο εύκολα, ως επακόλουθο της πρόσφατα αδύναµης ζήτησης, είναι να µειωθεί η αποκαλούµενη βάση «basis» των σοδειών στη φυσική αγορά. Με αυτό τον τρόπο θα µπορούσαµε να προσελκύσουµε το ενδιαφέρον των κλωστηρίων.

∆ηλαδή, αν για παράδειγµα οι τιµές για το ελληνικό βαµβάκι έπιασαν µέχρι τα 8 σεντς ανά λίµπρα πάνω από τις α ντίστοιχες τιµές ∆εκεµβρίου ‘17 (ανοιχτά συµβόλαια), η έλλειψη ζήτησης σε συνδυασµό µε την πίεση για πωλήσεις λόγω αυξηµένης προσφοράς κατά τις παραλαβές σύσπορου, θα µπορούσε να µειώσει τη βάση µας αρκετά σεντς.

Μην ξεχνάµε πως ιστορικά φέτος οι βάσεις για τις περισσότερες σοδειές κινήθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα. Παράλληλα ειδικά για τη σοδειά µας όσο περνάει ο καιρός φθίνει το πλεονέκτηµα των φορτώσεων µε παραδόσεις Οκτωβρίου, καθώς γίνονται διαθέσιµες στην αγορά και άλλες σοδειές του βόρειου ηµισφαιρίου.

Source: Agronews

Tags

newsletter

Subscribe to our daily newsletter